28 Οκτωβρίου 1940
Γράμμα σέ αδελφή
Κάπου στό Μέτωπο 29/11/40
Αδελφούλα μου,
Ο Θεός σέ φώτισε καί μέσα στό δέμα πού μού στείλατε, έβαλες τά πέντε κείνα μανταρίνια ... Μόλις τάνοιξα κι' αντίκρυσα τόν κίτρινο θησαυρό τού νησιού μας, δάκρυσα ... Τά καθάρισα, τά χώρισα σέ φέτες καί τά φάγαμε μέ τ' άλλα φανταράκια τής διμοιρίας μου.
Σέ βεβαιώ πώς ούτε τά τσοφλάκια δέν πετάξαμε ...
Αδελφούλα μου, σωστό βάλσαμο ήταν γιά τίς διψασμένες ψυχές μας. Λές καί πήραμε νέες δυνάμεις ... Αδελφούλα μου, νικούμε παντού! Η Παναγία, ολοζώντανη, μάς ακολουθεί. .. Παρακαλείτε καί σείς όσο μπορείτε γιά τήν σύντομη τελική νίκη!
Γειά σου Αδελφούλα μου
(Τό παρόν είναι ένα μέρος τής επιστολής)
Εφ. Η Πρόοδος, 17.12.1940
(«Μαρτυρίες ’40-’41» τών Κ. Χατζηπατέρα & Μ. Φαφαλιού, σελ. 27)
-240)
ΥΜΝΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΣΗΜΑΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΙ ΣΥΜΒΟΛΙΖΕ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΕΠΟΥΣ ΤΟΥ 1940!
Θεσσαλονίκη, 23 Φεβρουαρίου 1941
Αγαπημένη μου Ειρήνη,
θαυμαστό ανοιξιάτικο δειλινό μάς βρήκε στούς δρόμους τής Θεσσαλονίκης, ή μάλλον στήν προκυμαία της, μέ τούς άπειρους περιπατητές της. Μπροστά, η απέραντη θάλασσα καί καράβια πολλά σ' όλα τά χρώματα καί τά μεγέθη’ στό τέρμα τού δρόμου μας, ο καμουφλαρισμένος Λευκός Πύργος’ μάς θυμίζει, μαζί μέ τό χακί τών φαντάρων μας, τόν πόλεμο. Τά χρώματα τών πέρα βουνών καί τής θάλασσας από στιγμή σέ στιγμή αλλάζουν. Δέν κουβεντιάζουμε, παρατηρούμε καί προχωρούμε μέ σταθερό βήμα, ενώ ο αέρας ανεμίζει τίς κάπες μας. Πρίν φθάσομε στό τέρμα τού δρόμου μας, στρατιωτικό βήμα ακούγεται μαζί μέ ταμπούρλα. Βιαζόμαστε. Η στρατιωτική μπάντα βρίσκεται μπροστά στόν Λευκό Πύργο.
Είναι η ώρα τής υποστολής τής Σημαίας.
Πλησιάζομε καί στεκόμαστε σέ προσοχή. Τό σιωπητήριο ... Όλα τά μάτια καρφωμένα στό λευκό καί γαλάζιο αυτό «πανί», παρακολουθούν μέ δέος τήν μυσταγωγία. Τί δέν κλείνει μέσα του τό σύμβολο αυτό!
Τήν Ελλάδα μας, σ' όλη τήν αίγλη περασμένων καί μελλούμενων καιρών, τήν Ελλάδα, όπως πάντα τήν θέλαμε καί πιστεύαμε πώς είναι. Πίστη καί δύναμη καί θέληση γεμίζομε στό αντίκρυσμά της. Καί οι γιγαντομαχίες, πέρα στά άξενα Αλβανικά βουνά αυτή τήν ώρα, παίρνουν ένα παράξενο χρώμα στά μάτια μας, τά έκπληκτα ωσάν παιδιού, στά μάτια πού βλέπουν τώρα πιά, πιό πέρα απ' τούς ορατούς ορίζοντες. Καί ο μύθος τής αρχαίας Ελλάδος καί τού '21, ο μύθος τής αήττητης Ελληνικής Ψυχής καί τής άφθαστης ορμής της μπροστά στήν ύλη, περνά μπροστά μας. Περήφανες αισθανόμαστε γιά τά παλληκάρια μας, γιά μάς τίς ίδιες.
Η Σημαία κατέβηκε, οι στρατιώτες φεύγουν μέ βήμα, τούς ακολουθούμε σάν αυτόματα.
Αλησμόνητο δειλινό ... ώρες αξέχαστες στήν λατρευτή Μακεδονική γή, τήν γή πού κλείνει τόσο έντονα τήν ιδέα τής ελευθερίας, τήν γή τήν ποτισμένη καί παρμένη μέ αίμα ηρώων!
Σέ σένα απόψε, γράφω όλα αυτά, γιατί βαθειά, ένοιωσα τήν ανάγκη νά τά πώ σ' έναν φίλο.
Μαρίκα Στρομπούλη
Αρχείον Ειρήνης Καλλιγά
(«Μαρτυρίες ’40-’41» τών Κ. Χατζηπατέρα & Μ. Φαφαλιού, σελ. 239-240)
|
2 σχόλια/comments:
Μπράβο! Άξιοι! :)
Συγκινητικές οι επιστολές...
Και όπως πάντα το ποστ με αισθητική φτιαγμένο!
πολύ ωράιο το μπλόγκ σου....!!!
Post a Comment